Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2012

Φώτης Κωστόπουλος





΄Ενα '' σονέτο ''  του Φώτη Κωστόπουλου για την '' Αμφισβήτηση ''


Ρηχός καημός το πέλαγος βιγλίζει
κι όλοι δειλοί γι'αστροφεγγιά μιλάνε 
συμβιβαστήκανε προχτές και πάνε
νεκροπομποί σε γάμο για το ρύζι ...

Πουλιά κι 'ορίζοντες του Νότου γκρίζοι
σε βρήκανε ξενύχτη , Μαγγελάνε 
του στοχασμού γιδόζευλα κρεμάνε
Και η Κλειώ στερνό τους μετερίζι ...

Μικροί η σοδειά και ξίκικα τα ζύγια .
Του στέρφου λόγου κάψτε τους τιτλούχους !
Ξημέρωσαν του Νου τα μαρμαρύγια !

Ας λείπουν οι καντάδες μεταξύ μας
αμφισβητώντας τώρα τους ευνούχους ,
διαιωνίζουμε την υπαρξή μας ! ...


Μάης 16 . '71


Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2012

Βαλάντης Βορδός : 2 Ποιήματα



Ωρολόγιο

 
Ήρθες με σβησμένα φωνήεντα
έξαλλους διεστώτες, χαρτοκόπτης για τις άκοπες
σελίδες του δεξιού μου μετατάρσιου, εγκαθιδρύοντας
καθεστώς ύπνου-ξύπνιου/περίπου εφιάλτης
λίγο απ' το αίμα μου διψώντας, κλεισμένη από αιώνες
στο κελί του μυαλού σου, ενθύμημα φρίκης,
αραχνιασμένο πρόσωπο, αλεπουδίσια μούρη.
1μμ

Το δωμάτιο μύριζε σάπιο σίδερο, αναβράζοντα επιρρήματα,

εκτοξευόμενες απειλές αέρος-εδάφους, ασετόν, ντεπόν, ακινετόν
ξεθυμασμένη όζα.
Τότε σαν ριπή θυμήθηκα πώς κάποτε αγάπησα
μια Ρόζα ----Δεν βγαίνει----
Οι ρίμες μου ποτέ
δεν ήταν ρίμες, ήταν πιο πολύ ρίμελ.

Παύση


Τράβηξα την καλύπτρα απ' το πρόσωπό σου

κι αν δεν κοιμόμουνα θα σ' είχα καταλάβει.
Πώς, απορώ, πιάστηκα τόσο κότσος, χωρίς ω μάλιστα
γιατί με λένε Ντίνο και όχι Κωνσταντίνο.

1μμ και κάτι δευτερόλεπτα


Σε είχα επιτέλους καταλάβει έστω αργά

μικρή μου Κλυταιμνήστρα.
Τι θες εδώ πανούργα θεογκόμενα
πλανεύτρα αλητάκι μου κι Αιγισθομαγεμένη;

Κλυταιμνήστρα:


Ήρθα διψώντας για αίμα.

Πάει καιρός που έχω να νιώσω
την ευφορία του φόνου.

Εγώ:


Ευεπίφορο όμμα, Δέσποινά μου,

μάτια όμορφα, χθές ήμασταν μαζί σφιχτά αγκαλιασμένοι
και τώρα τι εικάζεις;
Σολοική παραίσθηση, αφρώδη παλινωδία μου, ήρθε η ώρα λοιπόν;

Πικρή τσακισμένη σιωπή σαν αμύγδαλο.


Κλυταιμνήστρα Μαρία Δέσποινα:

-η φωνή της βγαίνει απ'το μπάνιο-

χλωροφύλλη και χλωροφόρμιο.

Σε βαρέθηκα κι ας μου έκανες τα χατίρια
και παράπονο δεν έχω να πω, μα... γυναίκα είμαι
κι ο φόνος και τ' αλλουνού το πέος με εξιτάρει
και ο κρυφός ο κίνδυνος τρελαίνει τις γυναίκες -όχι
τις κοινές και τις συνηθισμένες, αυτές τρία πουλάκια είναι-
μα τις γυναίκες δεκάδες δορκάδων σαν εμέ..

Εγώ:

Ώστε λοιπόν συντάσσεσαι και με τον Εμπειρίκο τώρα;

-Ήταν έμπειρος αν μη τι άλλο.


Εγώ:


Τσακίσου από τα μάτια μου.

Μου χάλασες το όνειρο κι έγινε εφιάλτης.
Σαν τη βροχή ήρθες και έπεσες στο στεγνό κορμί μου
και σε ρούφηξα όπως το σπέρμα η μήτρα.
Ανάμνηση θα σε καλώ στο εξής. Πρώτα θυμό. Ύστερα πικρία.
Πάντα με τη σωστή σειρά, γιατί ελλοχεύει μέσα μας αλλιώς,
πανούργα μαλακία.
Πάρε τα σύνεργα του φόνου από δω.
Μάζεψε τα στρινγκάκια σου, παρ' και το δονητή σου
πάνε και βγάλ' τα μάτια σου
με τον καινούργιο εραστή σου.

1 και 5 μμ


Ξύπνημα ομιχλώδες και αλαφιασμένο

σαν ξεπέταγμα τρομαγμένης μπεκάτσας.

Κοιτάζω γύρω μου το κενό, τα φώτα απ' τις γρίλιες

της απέναντι πολυκατοικίας.
Προσπαθώ να καταλάβω πού είμαι.
Η κόκκινη ένδειξη του αιρ-κοντίσιον μου δίνει κατεύθυνση
ευθεία-δεξιά-πέντε βήματα αριστερά-τουαλέτα. Κρύο νερό
στο πρόσωπο, κατούρημα, καζανάκι, επιστροφή,
σκοντάφτω σ' ένα βιβλίο το κέρατό μου.

Ανάβεις το φως, γυμνή με τα πόδια μισάνοιχτα.

Το στήθος σου οι κρεμαστοί κήποι της Βαβυλώνας.
Μυρίζεις σαν βρεγμένο κουτάβι.
 
 
 Το τυχερό γατί

 
Χθες ο μπάρμπα Kλεάνθης
πυροβόλησε με το δίκαννο τη
γυναίκα του στο πόδι.
Σημάδευε ένα κοτόπουλο είπε
στην αστυνομία.

Η θεία Τούλα δεν είναι κοτόπουλο
Η θεία Τούλα μοιάζει με
θαλάσσιο ελέφαντα.

Τα περιστέρια στην αυλή
πέταξαν τρομαγμένα και
πήγαν λίγα μέτρα πιο πέρα.

Ένας γάτος βρήκε την ευκαιρία
και άρπαξε ένα περιστέρι
στα αδρανή από καιρό
γαμψά του νύχια.

Μόλις έφυγε το ασθενοφόρο
ξαναγύρισαν.
Ο γάτος ανέβηκε στα κεραμίδια.
 

Νίκος Σπάνιας : 1 . Ο Ποιητής





Βλέπετε εκείνον τον αχρείο ;
Χαμογελάει πονηρά γιατί έχει ένα ποίημα στην τσέπη του .
Με διπλαρώνει . Με πιάνει αγκαζέ . Μου λέει :
Που χάθηκες βρε παιδί ;  Χρόνια και ζαμάνια
΄Εχω να σε συναντήσω ... Πάμε για καφέ ;
Εγώ θα πιω καφέ εσύ παράγγειλε ό, τι θέλεις
΄Ακου μου λέει , καθώς ρουφάω τον καφέ μου
Και τραβάει απ'την τσέπη του το ποίημα .
Παρά λίγο να πνιγώ το ποίημα ήταν σκέτη 
Μαλακία .
- Πως σου φαίνεται ;
- Χμ ! Χμ ! Χμ ! Ενδιαφέρον ! Ενδιαφέρον !
- ΄Ακου κι αυτό ! Μου διαβάζει δεύτερη μαλακία .
Κάτσε , θα σε πετάξω ως το σπίτι σου με 
τ'αυτοκινητό μου .
Κρατώντας το τιμόνι μου απαγγέλει
Στίχους κι απ ' τα δύο ποιήματά του ...
- Καλή νύχτα σου , σ'ευχαριστώ πάρα πολύ , του λέω 
Και μπαίνω ψεύτης στο δροσερό φιλόξενο
διαμερισμά μου .


Νίκος Σπάνιας
ΑΜΕΡΙΚΗ
Η φωτογραφία είναι από το βιβλίο του
John Steinbeck << Αμερικάνοι >> .