Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

΄Εκτωρ Πανταζής

      

ΔΥΣΤΟΠΙΑ

 

Εισαγωγή στη δυστοπία

Με αποζημίωσε πλήρως σε αυτό το ξενύχτισμα
η σκοτεινή ποίηση με τα υγρά της μουσκεμένα
μουστάκια σαν του τράγου που έσκυψε στην πηγή
και στάζει το γένι του. Δεν είμαι τραγικός.
Πεθαίνω για ταραγμένα νερά.


Είναι το πνεύμα που εισέρχεται στα κενά
των στίχων παράξενες συμπλοκές λέξεων
που αιχμαλωτίζουν ακοή και βλέμμα
με το παράδοξα στα όρια του λόγου νόημα
Και είναι αυτό και μ’ αυτό που γεννιέται
στα βάθη το οικείο απόξενο που ενυπάρχει
αναδύει γεννά πνευματικό σύγκρυο
ανακαλεί θέρμη των αντιθέτων,
αναζήτηση που ήταν γεμάτη ανεύρεση


κίτρινες κραυγές
έσταξε το πινέλο του θεού. Με αυτόν τον
τρόπο ο θεός δήλωνε ό,τι δεν υπάρχει.


*
 

Σονάτα της ρόδινης αυγής

Ρόδινη βροχή έπεφτε από τα χαράματα
πικρά τριαντάφυλλα έπινε λαίμαργα η αυγή
Στα πλακόστρωτα νησίδες εγκατάλειψης
παράλια των λεωφόρων για άστεγους
άγονες είσοδοι εσοχές, χαρτόκουτα εφημερίδες
για πρόχειρα κρεβάτια και στρώματα
σωρεύεται οργή απελπισμός αδιέξοδο

Με έριξε στη λύπη το αλλοπρόσαλλο
στρίψιμο του λαρυγγιού τούτης της γης
Τούτης της γης που ευτελίζουν τη ζωή
υπόγεια νύχτα βρυχάται
τρέμετε ύαινες του σκότους
επικυρίαρχοι κι όλη η φράξια σας

Έβρεχε θάνατο ή νύχτα

Ρόδινη βροχή σαν αίμα πέφτει
λίγο πριν το χάραμα
το πίνει λαίμαργα η αυγή
μεθοκοπάει η χώρα ευτυχής


*
 

Επιμέλεια θρήνων

Τι δεν καταλαβαίνεις;
Η ηθική αναλγησία των καταχραστών
ανέδειξε εκ των πραγμάτων
κήρυκες δικαιοσύνης τους αδικημένους
Η εποικισμένη συνείδηση τρίβει τα μάτια της
κι αυτό είναι καθαρό σημάδι αφύπνισης
το να κρύβεται κανείς μέσα στα λόγια του
είναι σημάδι αδυναμίας
Κατεβαίνω τα μπαούλα βρίσκω τη θάλασσα άδεια


Χτυπιούνται αόρατοι στρατοί μέσα στη νύχτα

Ξένε μάθε το αυτό
λαμπυρίζει το χρυσάφι
με μια πατίνα ιδρώτα στη γυαλάδα του
τα κύματα της οργής γοργά εφορμούν κι απρόοπτα
-είμαι σε στάχτες που καίνε
ψάχνω να βρώ από πού έφυγε η φωτιά


ξένε μάθε το αυτό ,αγαπώ αλύπητα
καθώς η οργή εφορεύει των εξαθλιωμένων
από ένα πάθημα που δεν γίνεται μάθημα


Όποιος έμαθε να σκάβει με νύχια
γρήγορα σκάβει τσιμέντα
 

*
 

Θάλασσα των άκρων

Καμιά απώλεια δεν θρηνεί το σύμπαν
Μην μπερδεύεις την τιμή με την ονομαστική τιμή
Το έργο οφείλει να δράσει με το μυστικό του
που είναι τόσο διάφανο ώστε είναι απρόσιτο
Μην πετάς του ήλιου πέτρες
θα τον τσακίσεις σαν γυαλί

Μπερδέψαμε την τιμή με την ονομαστική τιμή
πιστωτές, πρώτης απατεώνες, το διαπιστώνω
γελώντας πικρά, για την ανοησία που καταπίνουμε,
όσο μπορούν θα απομυζούν. Είναι λογικό
η βασική πολιτική οικονομία δεν έχει αλλάξει
δανειστές επί ζημία μην ψάχνεις να βρεις
Το έργο οφείλει να δράσει με το μυστικό του
που είναι τόσο διάφανο ώστε είναι απρόσιτο

Στη θάλασσα των άκρων
ένα παράθυρο άνοιξε να βλέπω την ψυχή σου


*
 

ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΛΟΣ ΤΗΣ ΚΑΛΟΔΙΚΗΣ

Άλιμος Καισαριανή Ζωγράφου
όταν σε ζώνει από παντού η θλίψη
δεν κάθεσαι να αναζητάς τις πηγές της
έστω κι αν ξέρεις πώς οι θεοί
προτιμούν τα ζαχαροπλαστεία.
Αυτό το πέρασμα στη χώρα του Μπιγκ μπαν
που το κοιτάζω και επηρεάζω τα δεδομένα,
να ξεκινήσει!
Μια δικαιοσύνη αυταρχική και μεσοκομμένη
είδε το εκκρεμές της να τινάζεται στην άλλη μεριά
της άκρας ανεκτικότητας ,γέμισε τη χώρα
ευτέλεια και διαφθορά. Ποιος είπε πως
η ηθική κατάρρευση δεν μπορεί να λειτουργήσει
σε διαφορετικά καθεστώτα;
Ζωγράφου Καισαριανή Άλιμος
όταν σε ζώνει από παντού η θλίψη
δεν περιμένεις στην ακροθαλασσιά
μέχρι να ξεβραστεί το πτώμα της
 

*
Φραγμένα ακατοίκητα χωριά
βάτα και συρματοπλέγματα
πλένεται με λεκιασμένο νερό ένα λεπρό φεγγάρι


Ανεβαίνει κατά κύματα γαλάζιος καπνός
στην γκρίζα ομίχλη κανένα μήνυμα δεν στέλνει
Λασπωμένες ρόδες πιτσιλίζουν τους χωμάτινους όχτους
Μια χνουδωτή αράχνη στον ασημένιο της ιστό
βυζαίνει ένα χλωμό σαμιαμίδι
Τινάζεται στο σκοτεινό τοίχο πανσέληνο
φωτεινό κρύσταλλο και γίνεται θρύψαλα
Ο αποσπερίτης πενθεί την αποχώρηση του άντρα
Το παιδί στο λάκκο χαϊδεύει το νερό
Η πυγολαμπίδα ανάβει φλας και στρίβει
φωτίζονται τα κάθετα σκοτεινά πετρώματα
και μοιάζουν να κινούνται
Ένας μαύρος σαρωτικός άνεμος
ακρωτηριάζει τις κορφές των χρυσαφένιων δέντρων
Κρύα φύλλα από ψευδάργυρο σαπίζουν στο έλος
Σέρνεται στη λόχμη ο λαβωμένος κάπρος

Λάμπει ανάμεσα από δυο καρβουνιασμένους
ίταμους κόκκινη φωτιά
Ένας κλοσάρ σηκώνει το χέρι του κι αμέσως
το Μπιγκ μπαν παίρνει μια νέα εκκίνηση
Κατεβάζει το χέρι κι ο θεός φωτίζεται
από τις τρύπες του σακακιού του

Φραγμένα ακατοίκητα χωριά
βάτοι και συρματόπλεγμα παντού
πλένεται με λεκιασμένο νερό ένα λεπρό φεγγάρι


Αυτό το πέρασμα στη χώρα του Μπιγκ μπαν
που το κοιτάζω και επηρεάζω τα δεδομένα του
να ξεκινήσει!