Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2013

Pierre Reverdy




Η μαύρη όχθη


Ο κόσμος καταρρέει σε κρουνούς κάτω από την παλιά 
του αρχιτεκτονική . Υπάρχουν αίθουσες συμποσίων , αίθουσες
χορού , υπάρχουν αίθουσες βασανιστηρίων . Εκκωφαν -
ντικοί θόρυβοι , μάζες μαύρων καπνών μέσα σε όλες τις γωνιές
και στα κλειστά κεφάλια που περιστρέφονται σαν ουρές πα -
γωνιού κάτω από τις αχτίδες στο υψυλής έντασης ρεύμα της
δόξας . Ανάμεσ' απ' τα παράθυρα που ανοίγουν επάνω στη νύ -
χτασαν βγαλμένα μάτια καμιά δεν εισδύει αχτίδα , ούτε νεύ -
μα , ούτε ματιά , οι κραυγές ανεβαίνουν στον ουρανό και πε -
φτουν ξανά παγωμένες , σβησμένες σαν σπίθες που εκκενώ -
νονται μέσα σε κρύα αυτιά παιδιών που είναι πιότερο από γυ -
μνά και ζητιανεύουν το θάνατο στο λιθόστρωτο . Υπάρχουν
σκυλιά που στριγγλίζουν τρέχοντας , άσαρκες κοπέλλες και 
το πικρό τραγούδι που ανεβαίνει απ' το ρυάκι κάτω απ' τά πό -
δια των πολύ βιαστικών διαβατών . Ο πλούτος βρίσκεται μες
στον αέρα ενώ ξυστά στο έδαφος το πλήθος κάτω απ' τή βρο -
χή απλώνει τα κουρέλια του . ΄Ενα αμάξι περνά σαν αχτίδα
ευτυχίας μέσα σ' αυτή τη ζοφερή μάζα όπου επιμένει ένα αυ -
λάκι αστραφτερό καθώς σχισμή σ' ένα μετάξινο παραπέτα -
σμα . Πιότερο από πληγή κάποια αστραπή διακόπτοντας την
άλυσο των βημάτων που παρασύρει το πεζοδρόμιο μέσα
στον ρύπο της νύχτας .

Μετάφραση : Τάκη Βαρβιτσιώτη

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013

΄Αγρυπνες αντιλόπες


Γιώργος Μπλάνας

 
Α. ΤΑΣΣΟΣ , 1963 Σύνθεση ΜΑΝΑ ΜΕ ΠΑΙΔΙ  Ξυλογραφία σε πλάγιο ξύλο , 69 x 70 εκ .



ΑΝ ΖΗΤΙΑΝΕΥΕ
θα ήταν
ΑΝΑΞΙΟΠΡΕΠΗΣ ΜΑΝΑ

ΑΝ ΕΚΛΕΒΕ
θα ήταν
ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΜΑΝΑ

ΑΝ ΑΦΗΝΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΗΣ ΝΑ ΚΡΥΩΝΕΙ
θα ήταν
ΑΣΤΟΡΓΗ ΜΑΝΑ

ΑΝ ΓΙΝΟΤΑΝ ΠΟΡΝΗ
θα ήταν
ΑΝΗΘΙΚΗ ΜΑΝΑ

ΑΝ ΠΕΘΑΙΝΕ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΗΣ
θα ήταν
ΤΡΑΓΙΚΗ ΜΑΝΑ

ΤΩΡΑ
είναι
ΦΟΝΙΣΣΑ ΜΑΝΑ

Ε, πώς θα γίνει!
Αυτή η κοινωνία έχει αξίες!
Δεν είναι καμιά βρωμερή πουτάνα!

Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2013

Ελένη Αρβελέρ





Νοθεία


Παραδεκτά κι ευπρόσδεκτα σ' αυτόν εδώ τον τόπο
τ' αποτελέσματα της νοθευμένης πάντα κάλπης .
<< Ανάγκη ν' αλλάξουμε ήθη κι έθη >> , είπα ,
γι' αυτό κι εγώ , παρά του όζοντος την τρύπα ,
πήγα να κατοικήσω κάπου ψηλά στις ΄Αλπεις .
΄Αλλαξα έτσι αέρα και της ζωής τον τρόπο .
Μου έλειψε γρήγορα όμως η σπίθα , η θαλπωρή ,
και γύρισα για νά ' βρω , μικρή έστω , θρυαλλίδα ,
ξεχνώντας ό, τι έμαθα κι όσα απ' τα ύψη είδα .

Τώρα ρωτώ την μοίρα τι γράφει ; Πως μπορεί
για των παιδιών το αύριο να βρω κάποια ελπίδα ,
χωρίς με τη σειρά μου τις κάλπες να νοθεύσω ,
και δίχως τους ανάξιους ταγούς να ικετεύσω ;



΄Ενδοξος Ελλάς

σ . - 26 -

Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

Γιώργος Βλάχος : [ Η Μούσα μου ... ]



 

Η μούσα μου είναι φαροπούλα
στο μέγα της γης ακρωτήρι .
Χύνει τα μαλλιά της στη θάλασσα
της ιστορίας .

Μιλάει με λογάριθμους - στίχους .

Ανάβει το αίμα της φύσης .

Λαμπαδιάζει το σπέρμα του έρωτα
αστερισμούς και αστεροειδής ,
τον κόκκινο πλανήτη λαμπαδιάζει .

10 Γενάρη γεννημένη ,
αναδύεται μέσα από τη μήτρα των πόλων ,
διασχίζει τον πάγο με το έλκυθρο - στίχο ,
ταξιδεύει με την πιρόγα της ρίμας ,
ερωτεύεται και σαλπάρει ως τ' άστρα .

Υποκλίνονται οι ορίζοντες στο φως
των ματιών της .

Δεν αγκυροβολεί στη ράδα του ΄Ηλιου .
Είναι απαστράπτουσα θεά παρτιζάνα .
Στον πυρετό της ηδονής μου
τραγουδάει με τον Αλέξανδρο ,
με το Βυζάντιο ,
με τον πολιτισμό των μάγια και των ΄Ινκας .
Σε μυστικές πυραμίδες
διοχετεύει το φως της .

Στο Υukatan
θηλάζει νεογέννητους ήλιους .

Σαν ηφαίστειο της Kagoshima εκρύγνηται ,
όταν αγγίζουν τα παιδιά της .
11.10.2000

Γιώργος Βλάχος

δεν έχω visa για την ελευθερία

σ. - 12 -

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2013

Γιώργος Βλάχος : [ Η πένα μου ... ]

 



 

Η πένα είναι βράδυ προφήτη στο όρος των Ελαιών

Η πένα δεν είναι , Εσταυρωμένη ανάσα , νεογέννητου ΄Ηλιου
Η πένα δεν είναι αόμματο ταξίδι ως τη Γη του Πυρός .

Η πένα σκαλίζει το χθες και οχυρώνει το αύριο .
Η πένα δεν αστειεύεται 12 μ.μ. στο 2000 άπειρο .

Η πένα σηκώνει τη σκαπάνη στα σύνορα των πολιτισμών .
Μιλάει με το Βούδα , και Τον Χριστό .
Στα παιδιά , χαρτομάντηλα , μιλάει με πατέρα νταβά .

Η πένα σκηνοθετεί του πλανήτη το image ,
δεν έχει στρατό για πεδία μαχών ,
δεν έχει πρεμιέρα και πρόβα τζενεράλε ,
δεν είναι θέατρο σκιών
τον Αύγουστο σε παραλία .

Δεν είναι εκδότης πουτάνα από μάνα ρουφιάνα .

Η πένα σκύβει πάνω στο Κασμίρ , στα Φόκλαντ ,
στις Φαρόες , στο Ιράκ , στο Ναουρού μέσα στο φωσφάτο .

Η πένα σκύβει εκεί που οι πόρνες σταυρώνονται .

Η πένα δεν είναι υποτελές κρατίδιο
με πρόεδρο τζιτζιφιόγκο ,
δεν είναι γονυπετής προσκυνητής
σε εικόνες Αγίων ,
δεν είναι ανακυκλωμένο σκουπίδι
στη χωματερή του χρόνου ,
δεν είναι χαζοχαρούμενη προστάτιδα
σε πολυεθνικό παιδομάζωμα ,
δεν είναι μόδιστρος της ιστορίας ,
δεν είναι μανεκέν πολυεθνικών σαλονιών ,
δεν είναι ομοφυλόφιλα βράδια ,
δεν είναι Πόντιος Πιλάτος ,
δεν είναι ερωτευμένος δικτάτορας .

Η πένα ,
η πένα μου , δεν κάνει αστεία
τραγουδάει με τα σκυλιά
και τον άνθρωπο φτύνει .


Δεν έχω visa για την ελευθερία

Γιώργος Βλάχος

σ . - 14 - 15  -
 

Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

Γιώργος Βλάχος : [ Η Τρέλα μου ... ]

Η τρέλα μου αναρριχάται
καλπάζει , τραγουδάει στα Ουράλια ,
στα Ιμαλάια , στις ΄Ανδεις ,
γίνεται παιάνας ,
γίνεται ένα με Ινδούς και Ινδιάνους .

Αγαπάει εκατομμύρια γυναίκες και άστρα ,
ταξιδεύει με το σμήνος του χρόνου ,
γίνεται λουλούδι , μέλισσα , πεταλούδα ,
μεθυσμένη απ' τη γύρη της φύσης ,
πίνει κρασί στο πατητήρι του έρωτα ,
στην οδό Γολγοθά αναπνέει και εισβάλει
σαν τανκ στο ιερό του Βούδα και προσεύχεται .

Η τρέλα μου είναι Πυρηνικό Εργοστάσιο
στους πρόποδες του Νεπάλ ,
στις ακτές του Μπαγκλαντές
στην Αβάνα της Κούβας .

Η τρέλα μου πατάει το σήμερα
Ραπίζει το χτες
Ανασταίνει το αύριο .

Η τρέλα μου κυματίζει σε καταφύγιο
της Αναπούρνα ,
μέσα στο ψυχιατρείο των άστρων βασιλεύει ,
ανασταίνει τη γήινη θλίψη
αστράτευτη κόρη .

Γιώργος Βλάχος

Δεν έχω visa για την ελευθερία
  
σ . - 16 -

Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2013

Βαλάντης Βορδός


Μηχανοδηγός Blake

Έλα μπές στο τραινάκι
του τρόμου
να σου δείξω τους νεκρούς
την μάνα τον πατέρα σου
και όλο σου το σόι
-Wiliam δεν έχω μαρκαδόρους
χαρτιά να καταγράψω
μου σώθηκε το αίμα

- φευ! σε τέτοιες εποχές
που ρέει άφθονο
είναι τόσο φθηνό

Και δώστου μου ανοίγει μια βαλίτσα
γεμάτη μπουκαλάκια

Πάρε από Καρούζο κόκκινο κι από Ρεμπώ φαρμάκι
'' σφάξε την μια ομορφιά,να πιεί το αίμα η άλλη ''
και μου δίνει μια στα δάχτυλα και μου τα σπάει
'' πάρε την ομορφιά στα γόνατα,βρές την πικρή και φτύστηνα ''

Θέε μου πού εκβάλω φώναξα ποιανού ανέμου
είμαι η σκόνη μηχανοδηγέ Blake ;

Στρίβοντας το αγκίστρι στο στόμα
του ύπνου μου
- η κόλαση είναι γλυκιά για τους πρωτοεμφανιζόμενους
είπε
μετά
θα θυμάσαι κι εσύ κι οι όμοιοι σου
τι λήθη σας περιμένει

Πρώτη δημοσίευση 

Η φώτο  '' Οι γάμοι του ουρανού και της κόλασης ''
William Blake

Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

Seamus Heaney




Tο υπουργείο του τρόμου




Joe Wrinn/Harvard University, via Reuters
Seamus Heaney at Harvard University in 1995.


Για τον Σέιμους Ντην


Τουλάχιστον , όπως έλεγε ο Καβάνα , ζήσαμε
Σε σημαντικά μέρη . Ο μοναχικός γκρεμός
του Κολεγίου <<΄Αγιος Κόλουμπ >> , όπου υπηρέτησα
Για έξι χρόνια , είχε θέα προς το Μπογκσάιντ σου .
΄Εμπαινε η ματιά μου σε νέους κόσμους : τα φλεγόμενα
λαρύγγια
Του Μπραντυγουέλλ , το σκυλοδρομιό του πλημμυρισμένο
φώτα ,
Τον μηχανικό λαγό να παίρνει μπρος . Την πρώτη βδομάδα
Είχα τέτοια νοσταλγία για το σπίτι μου που ούτε τα
μπισκότα
που μου είχαν αφήσει για να μου γλυκάνουν την εξορία δεν
μπορούσα να φάω .
Τα πέταξα πάνω απ’ τον φράχτη μια νύχτα
Του Σεπτέμβρη του 1951
΄Οταν τα φώτα των σπιτιών στην οδό Λέκυ
΄Ησαν σαν κεχριμπάρια στην ομίχλη . Στα κλεφτά
Τα πέταξα .
΄Επειτα Μπέλφαστ , και μετά Μπέρκλευ .
Και τα δυο πολύ σικ ,
Πρώτες απόπειρες με τους στίχους όσο να γίνουν
Ολόκληρη η ζωή : από φουσκωμένους φακέλους που φτάνουν
Την εποχή των διακοπών ως τις ολιγοσέλιδες συλλογές
Σταλμένες με << τους χαιρετισμούς του συγραφέα >> .
Εκείνα τα χειρόγραφα ποιήματα , που τα ξεκόλλαγες απ’ τη
συρμάτινη ράχη
Των σχολικών τετραδίων σου , με γέμιζαν απορία :
Φωνήεντα και ιδέες πέφτανε βροχή
΄Οπως οι σπόροι από τις συκομουριές μας .
Προσπάθησα να γράψω για τις συκομουριές
Κι  εφεύρα μια ρίμα με προφορά του Σάουθ Ντέρυ
΄Οπου το  α  ομοιοκαταληκτεί με το  ου .
Αυτές οι βουνίσιες μπότες με τα χοντρά καρφιά ,
Θεέ μου , πως καταπατούσαν το λεπτό
Γκαζόν της ορθοφωνίας .
΄Αλλαξαν
Οι προφορές μας ; << Οι καθολικοί γενικά δεν μιλούν
Τόσο καλά όσο οι φοιτητές απ’ τα προτεσταντικά σχολειά >> .
Τα θυμάσαι όλα αυτά ; Κατωτερότητας
Συμπλέγματα , υλικό για όνειρα ,
<< Πως είναι τ’ όνομά σου , Χήνυ : >>
<< Χήνυ , πάτερ >> .
<< ΄Εχει
Καλώς >> .
Την πρώτη μου μέρα , ο δερμάτινος βούρδουλας
΄Επαθε επιληπτική κρίση στην Μεγάλη αίθουσα ,
Κι αντηχούσε το βίτσιμα πάνω απ’ τις κεκλιμένες κεφαλές
μας ,
Εγώ όμως εξακολουθούσα να γράφω στο σπίτι ότι του
οικότροφου η ζωή
Δεν ήταν και τόσο κακή , δειλιάζοντας , ως συνήθως , να πω την
αλήθεια .

Στις μεγάλες διακοπές , τότε , ξαναγύριζα στη ζωή
Στων φιλιών το πίσω κάθισμα της  ΄Ωστιν 16
Παρκαρισμένη στο υπόστεγο , με τη μηχανή αναμμένη ,
Τα δαχτυλά μου γαντζωμένα σαν τον κισσό στους ώμους της
Και το φως που την περίμενε αναμμένο στην κουζίνα .
Κι επιστρέφοντας στο σπίτι , με του καλοκαιριού
Την ελευθερία να σιγοσβήνει νύχτα με τη νύχτα , τον αέρα
Γιομάτο φεγγαρόφωτο και άρωμα σανού , οι πολισμάνοι
Σείοντας  τους βαθυκόκκινους φακούς τους , να μαζεύονται γύρω
Απ’ το αυτοκίνητο σαν μαύρο κοπάδι , να ρουθουνίζουν και
Με τη μύτη του όπλου στο μάτι μου :
<< Πως ονομάζεσαι , οδηγέ ; >>
<< Σέιμους …>>
Σέιμους ;
Mια φορά διάβασαν τα γράμματά μου σ’ ένα μπλόκο στον
δρόμο
Και φώτισαν με τους φακούς τους τα ιερογλυφικά σου ,
<< Ευκίνητες εκφάνσεις >>  με περίτεχνο γραφικό χαρακτήρα .


Το ΄Ωλστερ ήταν βρετανικό , αλλά χωρίς δικαίωμα στην
Αγγλική λυρική ποίηση : oλογυρά μας , κι ας μην
Το λέγαμε με τ’ ονομά του , το υπουργείο του τρόμου .

Μετάφραση : Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ


Η Λεύκα

Ο αγέρας σείει τη μεγάλη λεύκα , επαργυρώνοντας
Το δέντρο ολάκερο με μια πνοή .
Ποια ζυγαριά λαμπρή γκρεμίστηκε κι άφησε τούτη τη 
βελόνα να τρεμοπαίζει ;
Ποιές φορτωμένες πλάστιγγες ατύχησαν ;


Η αμμουδιά

Ούτε τα ίχνη που' κανε του κύρη μου η μελία
Στην αμμουδιά του Σάντυμαουντ
Δεν θα τα σβήσει η φουσκοθαλασσιά .

Η Στάμπα

Ποιός χάραξε στη στρογγυλή τη στάμπα του βουτύρου
΄Εναν στάχυ σίκαλης , ψιλοδουλειά , γεμάτο σκλήθρες και
λεπίδες ;
Γιατί το βούτυρο το μαλακό να φέρει τέτοιο όργανο οξύ
Σα νά 'χε γδαρθεί το στήθος του από γυαλιά σπασμένα ;


΄Οταν ήμουν μικρός , κατάπια έναν αθέρα σίκαλης .
Ο λαιμός μου ήταν σαν σπαρτό πού τό ' πιασε δρεπάνι .
΄Ενοιωσα την άκρη του να γλιστρά και την αιχμή να
μπήγεται βαθιά
΄Ωσπου , σαν έβηξα και έβηξα ξανά και τελικά εβγήκε ,

Βγήκε κι ανάσα δροσερή , εωθινή , τόσο αιφνίδια και καθαρή
Λες και ανέπνεα αιθέρια παραδείσου
΄Οπου η Αγαθή , θεραπευμένη μετά από το μαρτύριο ,
κοιτάζει
τη λεπίδα όπως εγώ κοιτούσα τον αθέρα .

Μετάφραση ; Θεοδόσης Νικολάου

Τα 3 τελευταία ποιήματα είναι από τη συλλογή ;
The spirit level
Πρώτη έκδοση ;  Faber and Faber Limited ,1996