Παρασκευή 20 Μαρτίου 2020

Γιώργος Σουρής : Εις τα θεμέλια του Φρενοκομείου

                                                                                                                                                                                                                                                                                                                          


 
                          Georgios_Souris_122.JPG?uselang=el
 
                                             Ξυλογραφία του Γεωργίου Σουρή από το περιοδικό Το Άστυ του 1888



Ω Εορτή των Εορτών ... Ω ευτυχής ημέρα !
Ω ! τώρα πρέπει ο καθείς του ΄Αστεως πολίτης
να βάλει στο μπαλκόνι του μια κόκκινη παντιέρα
με μια χρυσήν επιγραφή '' Ζώρζης Δρομοκαίτης '' .
Ναι ! τώρα πρέπει στολισμός με δάφνες και μυρσίνες ,
ναι ! τώρα πρέπουν κανονιές , φανάρια και ρετσίνες .


Φρενοκομείον κτίζεται και στη σοφήν Ελλάδα !
α! ο Θεός εφώτισε τον Χιώτη τον Ζωρζή
και τώρα μέσα στου Δαφνιού την τόση πρασινάδα
θα βρίσκουμε παρηγοριά κι η μνήμη του θα ζει .
Ω μέγα ευεργέτημα των ευεργετημάτων !
Ω μόνον οικοδόμημα των οικοδομημάτων !


Θέλει λαμπρόν Μαυσωλείον αυτός ο κληροδότης ,
παιάνας κι αποθέωσιν εις τρίτους ουρανούς ! ...
Ευρέθη μες στους Χιώτηδες , με γνώση κι ένας Χιώτης ,
κι εσκέφθη ο μεγάλος του και πρακτικός του νους
πως μέσα στην Ελλάδα μας που πλημμυρούν τα φώτα ,
Φρενοκομείον έπρεπε να γίνει πρώτα - πρώτα .


ΝΟΥΜΑΣ τεύχος 128

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2020

Θεόδωρος Μπασιάκος : Ποιήματα






ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΜΟΥ ΑΧΑΪΡΕΥΤΟ





Ἕνα ὄνειρο τέλεψε
Ἄλλο ὄνειρο ἀρχινάει

Ἀντίο, ἀντίο χτεσινοὶ γραφειοκράτες
Χαίρε- ὤ! χαίρετε σημερινὰ λαμόγια

Κ’ ἐσὺ κότσυφα τραγουδιστῆ
Ἀλήτη τῶν χτεσινῶν μου ὄνειρων / καὶ τῶν σημερινῶν.




ΓΙΟ-ΓΙΟ BLUES




Ἕνας σακάτης ἀπὸ τὸ Σεράγιεβο
τὴν ἀγάπη μας ψωμοζητάει στὸ μετρὸ

Καὶ μιὰ πεταλουδίτσα τῆς νύχτας
τὸ κορμί της πουλάει γιὰ ἕνα «χαρτάκι»

Κ’ ἕνας βλαμμένος, ξεδοντιάρης, εὐτυχὴς
πάει παίζοντας τὸ γιό-γιό του
            ― γιό-γιό-γιό… κ.τ.λ. ―

Καὶ δύο χρηματιστές, τὴ μπριτζόλα τους τρῶνε
γιὰ τῆς φωνῆς μου τὴν ἀξία συζητώντας

Κ’ ἐγὼ νὰ τοὺς ἀκούω δὲ μπορῶ, μ’ ἀηδιάζουν!
Ἀπ’ τὴ τζαμαρία, ἔξω κοιτάζω
           τὸν βλαμμένο μὲ τὸ γιό-γιὸ

 ― πάει παίζοντας τὸ γιό-γιό… κλπ. κλπ. ―



ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΤΟ ΚΩΛΟΧΑΝΕΙΟ



   Στὸν ἀείμνηστο Μῆτσο Ἀλεξανδρόπουλο



« Ὅλες τὶς πόρτες ξέρω τῶν μελιχρῶν ναῶν

   Μ’ εὐλάβεια μπαίνω καὶ πράττω τὰ κανονισμένα

   Τὴν Ὡραία Κυρία ἐκεῖ …  …  …»

                                                                        Αλ. Μπλοκ



Γιὰ 2, 3 ποτιράκια ποὺ τὴν κεράσαμε

                           ― χαλάλι της ―

χτὲς βράδυ, στὸ μπὰρ μὲ τὶς ρωσσίδες

ἡ  Ὡραία Κυρία

μᾶς ἀπήγγειλε / στὰ ρώσσικα, ἀπὸ στήθους

στίχους

τοῦ Πούσκιν

τοῦ Μπλὸκ

καὶ

τῆς Τσβετάγιεβα / ἡ ἀγκαπιμιένιι μυ πιίτρια! μᾶς λέει



Ἐγὼ  ( καιρό ’χα νὰ βρεθῶ σὲ πραγματικὴ ποιητικὴ βραδυά )

Δὲν τὸ κρύβω, συγκινήθηκα.









ΟΧΙ





" Ό χ ι ! "

                     BLaise Cendrars                                                                                                    



Καὶ πάλι ὄχι!

Δὲν ἔχω οὔτε καὶ θέλω μαζύ σας πάρε-δῶσε

Στὴν πίτα τῶν μεγάλων ἔργων σας

                               μερτικό, μερσί, νὰ λείπει



Ἀπ’ ἔξω, κάλλιο

μὲ τὸ σκυλολόϊ τῶν πληβείων

νὰ χάβω μύγες καὶ νὰ κάνω χάζι τὶς λακκοῦβες

στὰ σταυροδρόμια

ὁποὺ συχνά-πυκνὰ τσακίζουνε τ’ ἁμάξια τους

καὶ κάποτε τὰ μοῦτρα τους οἱ μεθυσμένοι μας

κ’ οἱτουρίστες, ποὺ περνᾶνε μ’ ὕφος νεο-ἀποικιοκρατῶν.





ΟΥΡΑΝΟΣ



     Στὴν Μάσα



«Δῶστε μας πίσω τὸν οὐρανό !»

                                             Γκέο Μίλεφ



Τὴν πατρίδα μας

                         στὸν οὐρανὸ

νὰ χτίσουμε ἀπ’ τὴν ἀρχὴ

ξανὰ

τὶς κοινότητές μας

σπίτια κήπους χωράφια

νὰ καλλιεργοῦμε

τὸ στάρι τὸ σταφύλι τὰ γράμματα



ξανὰ

κ’ ἕνα ἐργοστάσιο νὰ δουλεύουμε

νὰ φκιάνουμε χιόνι τὶς χῆνες μαδώντας



ξανὰ

καὶ τὴ δημοσιὰ νὰ ἔρχονται

τὰ τσίρκα νὰ μᾶς ξετρελαίνουνε

νὰ φεύγουν νὰ φεύγουμε μαζύ τους κ’ ἐμεῖς

( οἱ καλύτεροι ἀπὸ μᾶς )

γι’ ἄλλους

                          πέρα οὐρανούς .

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2020

Jozsef Attila : 3 Ποιήματα














ΣΥΝΤΟΜΑ ΠΙΑ Θ' ΑΦΑΝΙΣΤΩ

Σύντομα πια θ' αφανιστώ μ' όλο μου τ' άχτι
΄Οπως των ζώων τα χνάρια σ' ένα δάσος μακρινό .
Απ' τα δικά μου έχει απομείνει μόνο στάχτη
Μα κάποια μέρα θάπρεπε να κάνω το λογαριασμό .
Σα νέο βλαστάρι το παιδιάστικο κορμί μου
Από καυτές καπνιές έχει για πάντα ξεραθεί ,
Η θλίψη έχει τσακίσει την όρθια ψυχή μου
Καθώς γυρνώ ξανακοιτάζοντας τη ζωή .
Κάποτε , ταξιδεύοντας σε παράξενα μέρη ,
Η επιθυμία μου έμπηξε τα δόντια στο κορμί
Και τώρα η θλίψη , να , πού μ' έχει φέρει .
Α, να μην είμαι ακόμη ένα δεκάρχονο παιδί .
Μου τάλεγε η μητέρα μου και τότε εγώ γελούσα ,
Τα λόγια της δεν τ' άπερνα στα σοβαρά ,
Μετά , ορφανός , χωρίς ααγάπη τριγυρνούσα
Κι ο αφέντης με κορόιδευε στη μύτη μου μπροστά .
Α , νιότη , πως μου φάνταζες , πράσινη λάμψη , θέ μου ,
Δάσος αιώνια πράσινο μ' αστειρετη ευωδιά
Και τώρα ακούω περίλυπος στο πέρασμα του ανέμου
Να βογγούν , να τροβιλίζουν τα ολόγυμνα κλαδιά .


ΕΝΑΝ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ ΜΟΝΟ


 Ο στίχος μου έναν αναγνώστη μόνο θέλει ,
Μονάχα αυτόν που μ'αγαπάει και με γνωρίζει ,
Αυτόν που εδώ μέσα στο τίποτε αρμενίζει
Σα μάντης ξέρει , ό,τι μες στ' αύριο ανατέλλει .
Γιατί η σιωπή παρουσιάστη στα ονειρά του
Συχνά μ'ανθρώπινη μορφή , κ' εκεί στα βάθη ,
Πλάι-πλάι η τίγρις και το τρυφερούλι ελάφι
Αργοπορούνε πότε-πότε στην καρδιά του .

1937
( μετάφραση Γιάννη Ρίτσου )


ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΥ


Στ' ατέλειωτα , κρύα πελάγη
πλέουν βουβά ήπειροι , πάγοι .
Πάρα παπάμ , παρά παπάπαμ...
πλέουν βουβά ήπειροι , πάγοι .
Μεσ' σε τσουκάλια κουνουπίδια
ζούμε λερά , πεθαίνουμε ίδια .
Πάρα παπάμ , παρά παπάπαμ...
ζούμε λερά πεθαίνουμε ίδια .
Ποια λύπη σε βαραίνει τόσο ;
Νάχα ένα ρούχο να σου δώσω .
Πάρα παπάμ , παρά παπάπαμ...
νάχα ένα ρούχο να σου δώσω .
Δε θλίβεται , χτυπάει , νικάει
όποιος για τον αγώνα πάει .
Πάρα παπάμ , παρά παπάπαμ...
όποιος για τον αγώνα πάει...

( μετάφραση Κώστα Ασημακόπουλου )