Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2018

Γιώργος Βάχος : Της πλύστρας ο γιος και τα έργα του 1 και 2

Προς αδιάβαστους και κουρασμένους Εισαγγελείς


Δεν χαιδεύω του Βοναπάρτη
τ'αυτιά
και του λαδέμπορου της εξουσίας
τ'αμελέτητα

- Σαλαγεύω με το νου
ό,τι του ποιητή το μάτι
διακρίνει

- Λέω τα πράματα ως έχουν

Το βράδυ πείνασε
στο Καζακστάν
η έρημος απόπατος
καμήλες και άλογα
αναπνέουν αέρα Κίνας .
Κοράνι και Παλαιά Διαθήκη
παίζουνε σκάκι
τ'άστρα στάζουν
ωχρά σπειροχαίτη
και κάτι σαν πύον .

Και μια ξεκάλτσωτη πέτρα
κύλησε νότια
λάδωσε τη μηχανή
στο βόθρο των ματιών της
φύτεψε τρίχες στο κεφάλι
έβαλε τ'αυτιά στη θέση τους
κοίταξε καλά γύρω
και πέτρινα ονειρεύτηκε

Εγκαταστάθηκε
στις Αχαρνές
΄Εχει και ονοματεπώνυμο
- 'ρχιδης
Διδάχτηκε πάλη
για τη πάλη των τάξεων
ίσως .
Αρωματίστηκε .
Δεν έμαθε να διαβάζει .
Γράφει ανάποδα .
Κατουράει γυναικεία
και στη πράσινη Ελλάδα Ε.Ε.
παραχαράκτης
νταβατζής
και τοκογλύφος


 18-05-2001
 
 


2

Η ΄Ανοιξη κατάπιε τη γλώσσα της
Τη μήτρα της σφράγισε με χιλιάδες λουκέτα .
Τα μελίσσια κάνουν στάση εργασίας .
Τα λουλούδια μηρυκάζουν το αρωμά τους .

Το καλοκαίρι στον κόσμο του .

Φθινόπωρο και Χειμώνας μου είπαν
πως είδαν της πλύστρας το γιο
δηλητήριο να χύνει από τα μάτια
επάνω στο τραπέζι ,
στα χείλη του φίδια να κουνάνε τις ουρές τους
και λάβες να σέρνουν το σώμα τους .

Ηφαίστειο σε στύση ,
η γη σε εγρήγορση .
Τα λαγούμια υπερχείλισαν ,
τ' απόβλητα πνίγουν τη χώρα .

Πυρρίχιους στις ρώγες του χορεύουν σατανάδες ,
Τα δόντια του προτάσει στο Θεό ,
Γυναίκες εκδίδει
κάτω από το θρόνο του Ξέρξη
στο όρος Αιγάλεω .

Ο νόμος τυφλός
και αόμματοι νομοθέτες
χειροκροτούν

Τα βραδύγλωσσα παιδιά του πουλάει
για ένα κεμπάπ ,
στο σφυρί τα βγάζει
και με κλωτσιές τους λέει '' καλημέρα ''
στη λεωφόρο των κάδων .

Της Παναγίας τρυπάει τα μάτια
Του Χριστού δαγκώνει τ' αυτί
από την εικόνα
και τη ματώνει .

Θεός του το χρήμα .

Τις σάρκες της μάνας του μασάει ,
στο σπερματοδοχείο του τις ρίχνει .
Τα κοκαλά της για παιχνίδι των σκύλων τα δίνει .
Του αδελφού του τρώει το μεδούλι
και σε μια κουταλιά νερό τον πνίγει .

Τα οράματα κλειδωμένα στο συρτάρι
καραδοκούν .

Η γυναίκα του δημόσια βερβελιά
μ'αλεργικό σύνδρομο τραβά τα μαλλιά της
- Κυρίως τα κάτω -
Κι απ' την ουρήθρα της πύον πίνει για νερό .

15-07-2001



Από την ποιητική συλλογή δεν έχω visa για την ελευθερία

 

Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2018

Σαράντος Ντουφεξής : Φυλακές

 
 
 
 



 
ΦΥΛΑΚΕΣ

Κάθε πρωί ένας ένοχος θα δικάζεται ,
εγώ , εσύ , οι μισοί από μας , τελοσπάντων
- δεν υπάρχουν , βλέπετε , περιθώρια στα ποσοστά .
Η δίκη πάντα με τη σοβαρότητα
που απαιτεί η περίσταση ,
όρκους , ευαγγέλια , ψευδομάρτυρες ,
καταξιωμένα από το χρόνο δικαστικά έδρανα
- τ'αναγνωρίζεις από την πατίνα της λίγδας
και το φθαρμένο λούστρο .
Και πάντα το κουδουνάκι της συνεδρίασης στη θέση του
- κάποτε ακόμη και η θέα των αντικειμένων
μας επιβάλλεται περισσότερο από τους ανθρώπους .
Κάθε βράδι , κάποιο βράδι ,
ο ένοχος θα παίρνει τη ζεσταμένη θέση του δικαστή ,
που η νύχτα έχει στο μεταξύ παγώσει ,
θα ανοίγει ανάποδα τα δικαστικά έγγραφα ,
θα απαγγέλλει κατηγορίες .
Κάθε πρωί ένας από εμάς θα φυλακίζεται
και οι αλυσσίδες ίσως ζυγίζουν περισσότερο από τ' αδικήματα .
Κάθε βράδι οι δεσμοφύλακες
θα φυλακίζονται έξω από τα κελιά .
Θύτες και θύματα - ή μπορείς να εννοείς θύματα και θύτες -
έχουν κιόλας πληρώσει πριν καλά αρχίσει η δίκη
με τις ανάλογες μεταλλικές δραχμές
που δεν είναι τέτοιες και ωστόσο ξεκουφαίνουν .
Σε θυμάμαι πάντα ν' απορείς για τις φυλακές
σ' έναν κόσμο φυλακισμένο .

Από την π.σ. ΕΛΙΚΕΣ
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ 1984